Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών. Η σύναψη σύμβασης με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., με τους σημερινούς απαράδεκτους όρους, είναι ενάντια στα συμφέροντα του Έλληνα ιατρού.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Αγωνιζόμαστε για να αλλάξουν οι όροι, δεν εξαγοράζεται με 1.000 ευρώ το μήνα, η επαγγελματική και επιστημονική μας αξιοπρέπεια.
Συνάδελφε,
Η Πολιτεία, που κάθε φορά εκφράζεται απ’ την εκάστοτε Κυβέρνηση, προφασιζόμενη διαχρονικά την κακή οικονομική κατάσταση της χώρας, ποτέ δεν αντιμετώπισε τους γιατρούς με τρόπο τέτοιο που να αναγνωρίζει στην πράξη  το έργο και την προσφορά τους στην ελληνική κοινωνία.
Απόδειξη αυτής της άδικης αντιμετώπισης είναι ο τρόπος που αποτιμά διαχρονικά την ιατρική επίσκεψη και πράξη. Αποτίμηση σε χαμηλά επίπεδα, σχεδόν εξευτελιστική, δυσανάλογη με την αξία και τη συμβολή μας στην παροχή του δημόσιου αγαθού της υγείας. Αλλά δεν αρκείται σε αυτό, επιπλέον αποδεικνύεται συστηματικά αφερέγγυα απέναντι μας, αφού μας πληρώνει  με σημαντική χρονική καθυστέρηση.
Όλα αυτά τα χρόνια, χάρη στο περίσσευμα ψυχής χιλιάδων συναδέλφων μας, παρείχαμε  υψηλή ποιότητα υπηρεσιών υγείας στους πολίτες.  Όμως αυτό το περίσσευμα ψυχής πλέον δεν αρκεί, αφού τον τελευταίο χρόνο η Κυβέρνηση και η σημερινή Πολιτική Ηγεσία του Υπουργείου Υγείας , αφού πρώτα κατασυκοφάντησαν τον ιατρικό κόσμο για να στρέψουν την Κοινή Γνώμη εναντίον μας, τώρα προχωρούν στο επόμενο βήμα.
Αυτό είναι η ολοκληρωτική επαγγελματική και επιστημονική μας απαξίωση, ως μέρος ενός σχεδίου που προωθεί τη συνολική υποβάθμιση της δημόσιας υγείας, με σκοπό την υποταγή στους στόχους του μνημονίου.
Η δημιουργία και λειτουργία του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. αυτόν τον στόχο υπηρετεί:
Δημιουργούν έναν αναποτελεσματικό μηχανισμό παροχής υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Υγείας, στον οποίο θα ενταχθούν μόλις 15.000 γιατροί  (κι αυτοί σε βάθος χρόνου), για να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε περισσότερο από 10.000.000 πολίτες –ασφαλισμένους.
Αυτός ο ελάχιστος αριθμός γιατρών θα συνάψει συμβάσεις «ομηρίας», διάρκειας 1-2 ετών, στις οποίες προβλέπεται η εξευτελιστική αποζημίωση κατά μέσο όρο,  1000-1200 ευρώ. Κι αυτά ακαθάριστα και χωρίς να τους παρέχεται ασφαλιστική κάλυψη.
Οι ασθενείς θα επισκέπτονται τους ιατρούς που θα συνάψουν σύμβαση με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. στα δικά τους ιατρεία. Άρα θα αναλάβουν  οι συνάδελφοι σημαντικό μέρος του κόστους  λειτουργίας του συστήματος. Ενώ επιπλέον, οι ιατροί δεν θα δικαιούνται καμία πρόσθετη αμοιβή.
Ουσιαστικά με τη λειτουργία του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., όλοι θα βγουν χαμένοι, γιατροί και ασθενείς.

Οι συνάδελφοι που θα ενταχθούν σε αυτόν, θα λαμβάνουν τόσο χαμηλή αμοιβή, που δεν θα καλύπτει ούτε το κόστος λειτουργίας του ιατρείου τους.    Δεν θα μπορούν να έχουν πρόσθετα έσοδα με νόμιμο τρόπο.  Θα αναγκαστούν να εργαστούν σε απάνθρωπες συνθήκες, αφού κληθούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε μεγάλο αριθμό ασθενών – ασφαλισμένων, σε αναλογία 1 γιατρός για 670 ασθενείς, ή 27 ασθενείς σε κάθε εργάσιμη μέρα. Σε κάθε ασθενή δεν θα μπορεί να αφιερώσει ο γιατρός πάνω από 10 λεπτά, με ότι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητα των ιατρικών υπηρεσιών. Η υποσχόμενη δε δυνατότητα –και υπό προϋποθέσεις-συμμετοχής έως μια φορά  την εβδομάδα στην ολοήμερη λειτουργία των νοσοκομείων αποτελεί κοροϊδία.  Η υπόσχεση όμως  αυτή αποτελεί και την παραδοχή από μέρους του Υπουργείου ότι οι αμοιβές του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είναι ιδιαίτερα χαμηλές.
Η μεγάλη πλειοψηφία των συναδέλφων που δεν θα ενταχθεί στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., ουσιαστικά εξωθούνται στην ανεργία, ή  θα ποντάρουν στην κακή λειτουργία του, ώστε να εξωθηθούν οι ασφαλισμένοι να μην απευθύνονται στο ταμείο τους.
Αυτές οι συνθήκες εξαθλίωσης και υποβάθμισης εξυπηρετούν:
Την Κυβέρνηση που επιδιώκει τη μείωση των δαπανών υγείας, αδιαφορώντας για την υγεία των πολιτών και τις συνθήκες απασχόλησης των ιατρών.
Τα επιχειρηματικά συμφέροντα που ετοιμάζονται να αλώσουν το χώρο της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, εκμεταλλευόμενα τη δυνατότητα που δίνει η κυβέρνηση σε όποιον επιθυμεί να ιδρύσει ιατρική εταιρεία παροχής υπηρεσιών, χωρίς να διαθέτει την ιατρική ιδιότητα. Αυτό το ονομάζουν απελευθέρωση, ξεχνώντας πως το ιατρικό επάγγελμα ποτέ δεν ήταν κλειστό. Ταυτόχρονα και σε συνδυασμό με τα παραπάνω, η Κυβέρνηση επιχείρησε να προωθήσει  νόμο που καθιστούσε υποχρεωτική από το γιατρό την συνταγογράφηση  με βάση τη χημική ουσία και όχι το σκεύασμα. Καθιστούσε δηλαδή υπεύθυνο για την επιλογή του σκευάσματος τον φαρμακοποιό ή τον εκπρόσωπο του Ταμείου. Αυτοί κι όχι ο θεράποντας ιατρός θα αποφάσιζαν ποιο φάρμακο θα αποζημιώνεται με βάση την τιμή, κι όχι τις θεραπευτικές ανάγκες των ασφαλισμένων.
Ουσιαστικά η Κυβέρνηση επιχείρησε να καταστήσει γιατρό τον φαρμακοποιό και το λογιστή του ασφαλιστικού ταμείου.  Αν επιτρέπαμε ως Σύλλογος να συμβεί αυτό και δεν αντιστεκόμασταν , θα γινόμασταν συνένοχοι σε μια απόπειρα αντιποίησης του ιατρικού επαγγέλματος, ενώ συγχρόνως έμπαιναν σε μεγάλη θεραπευτική περιπέτεια εκατομμύρια  ασθενείς. Με τον αγώνα μας αποτρέψαμε να περάσουν τέτοιου είδους ρυθμίσεις, που  ευτελίζουν το έργο και την προσωπικότητα του ιατρού.
Η Κυβέρνηση έκανε τελικά πίσω, γιατί σε αυτές τις συνθήκες εξαθλίωσης και το « σκηνικό ζούγκλας» που επιχείρησε να στήσει η Κυβέρνηση για τους συναδέλφους, ο ΙΣΑ στάθηκε κατηγορηματικά αντίθετος.
Η στάση μας αυτή δείχνει το δρόμο. Αποτρέψαμε την αλλαγή του τρόπου συνταγογράφησης. Το ίδιο μπορούμε να κάνουμε και με την αλλαγή των όρων ένταξης μας στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ..
Τους σημερινούς εξευτελιστικούς όρους αμοιβής και συνθηκών απασχόλησης δεν τους αποδεχόμαστε, γι αυτό καλούμε όλα τα μέλη του Ι.Σ.Α. να μην αποδεχθούν τους όρους με τους οποίους προβλέπεται η ένταξη στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ.
Συνάδελφε,
Κανένα σύστημα υγείας δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τους γιατρούς .
Η δύναμη του ιατρικού σώματος είναι πολύ μεγάλη, φθάνει να δράσουμε ομαδικά και με αποφασιστικότητα, σε αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι για την επιβίωση του ιατρικού επαγγέλματος.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΙΣΑ έχοντας υπ’ όψιν:
α) τη διάταξη του άρθρου 35 εδ.4 του Ν.3418/2005 και
β) τη διάταξη του άρθρου 11 εδ.6 του Β.Δ. 11-10/8-11-57 περί υποχρεωτικής τήρησης των αποφάσεων του από τα μέλη του,
Σας καλεί να απέχετε από την αποδοχή / σύναψη σύμβασης με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. γιατί θίγει την αξιοπρέπειά μας, ενώ δεν υπηρετεί και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας προς τους ασφαλισμένους.
Η έμπρακτη άρνηση σύναψης σύμβασης στηρίζει το αίτημα ουσιαστικής διαπραγμάτευσης των όρων παροχής ιατρικών υπηρεσιών σε ασφαλισμένους του Ε.Ο.Π.Π.Υ από τα αρμόδια προς τούτο Συλλογικά Όργανα.
Καλούμε τα μέλη μας να απέχουν της σύναψης σύμβασης με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. , αλλά να μην απέχουν της άσκησης του επαγγέλματός τους, γεγονός που θα έβλαπτε το συμφέρον των ασθενών μας.
Σας καλούμε να εξακολουθήσετε να δέχεστε τους ασφαλισμένους και να εισπράττετε από τους ίδιους τις προβλεπόμενες από το νόμο αμοιβές κατά πράξη και περίπτωση, χορηγώντας αντίστοιχα δελτίο παροχής υπηρεσιών.
Οι στιγμές είναι κρίσιμες. Αν όλοι οι γιατροί κινηθούμε συντεταγμένα και δεν υποκύψουμε στις πιέσεις τις κυβέρνησης , αρνούμενοι να υπογράψουμε συμβάσεις με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., όσο ισχύουν οι εξευτελιστικοί όροι που μας προτείνουν σήμερα.
Μόνον έτσι θα έχουμε τη δύναμη ως Σύλλογος να επανα-διαπραγματευτούμε τη συμμετοχή μας στο νέο φορέα, με όρους αξιοπρέπειας  και σεβασμού στην πολύπλευρη προσφορά μας στην υπόθεση δημόσια υγεία.
Δεν μπορεί να υπάρξει Ε.Ο.Π.Υ.Υ. χωρίς γιατρούς, αλλά δεν μπορεί να συμμετάσχουν σε αυτόν γιατροί με τα σημερινά δεδομένα.
Με την ενότητα όλων μας θα στείλουμε στην κυβέρνηση το ξεκάθαρο μήνυμα ότι οφείλει να αλλάξει τους όρους συμμετοχής μας στο νέο φορέα. Κι ότι δεν  εξαγοράζεται με 1.000 ευρώ το μήνα  η επαγγελματική και επιστημονική μας αξιοπρέπεια.
Για το Δ.Σ. του Ι.Σ.Α.
Ο Πρόεδρος                                                                                         Ο Γεν. Γραμματέας
Γιώργος Πατούλης                                                                             Ευστάθιος Τσούκαλος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *